Στη μελέτη «Body composition and nutritional profile of male adolescent tennis players» των Claudia R. Juzwiak, Olga M. S. Amancio, Maria S. S. Vitalle, Marcelo M. Pinheiro & Vera L. Szejnfeld γίνεται λόγος για τη διατροφική πρόσληψη των εφήβων τενιστών που σε συνδυασμό με την κατάλληλη κατάρτιση θεωρείται ένας σημαντικός παράγοντας για την επιτυχία στον αθλητισμό. Ειδικά στους έφηβους αθλητές, η διατροφή είναι ιδιαίτερα κρίσιμη για τις αυξημένες απαιτήσεις της προπόνησης, εκτός από τις ανάγκες που προκύπτουν από την έντονη ανάπτυξη κατά τη διάρκεια της εφηβείας. Συγκεκριμένα το τένις, το δημοφιλέστερο άθλημα ρακέτας στον κόσμο, απαιτεί ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα σωματικής άσκησης που περιλαμβάνει ασκήσεις για την ανάπτυξη της ευελιξίας, της ευκινησίας, της καρδιοαναπνευστικής χωρητικότητας, της ταχύτητας, της δύναμης και της μυϊκής αντοχής. Η συμμετοχή σε επαγγελματικό τουρνουά τένις πραγματοποιείται σε προοδευτικά μικρότερες ηλικίες, γύρω στα 15 έτη για τα κορίτσια και στα 16,5 έτη για τα αγόρια, με αυξημένη προσοχή λόγω της ψυχολογικής και φυσιολογικής καταπόνησης, στην οποία εκτίθενται.
Παρά τις αυξημένες διατροφικές απαιτήσεις του τένις, λίγες μελέτες έχουν διερευνήσει το διατροφικό προφίλ των παικτών, ειδικά των εφήβων, των οποίων οι ανάγκες είναι μεγαλύτερες λόγω της ανάπτυξης. Ένα αρνητικό ισοζύγιο ενέργειας και ανεπαρκούς πρόσληψης θρεπτικών συστατικών θα είχε τόσο βραχυπρόθεσμες όσο και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην ανάπτυξη, την υγεία και την απόδοση του αθλητή.
Οι στόχοι της παρούσας μελέτης ήταν: α)να εκτιμηθεί η διατροφική σύσταση του σώματος σε έφηβους τενίστες, β)να αξιολογηθεί η ενεργειακή δαπάνη και η πρόσληψη κατά τη διάρκεια της κατάρτισης και γ)να αξιολογηθεί η επάρκεια των μακρο- και μικροθρεπτικών συστατικών στις προσλαμβανόμενες ποσότητες, σύμφωνα με τις τρέχουσες συστάσεις για νεαρούς αθλητές.
Στη μελέτη έλαβαν μέρος 44 έφηβοι τενίστες που χωρίστηκαν σε 2 ομάδες με βάση την ηλικία (10-13 και 14-18 ετών). Τα άτομα με χρόνιες παθήσεις ή οξεία νόσο ή αυτά που βρίσκονταν σε οποιαδήποτε φαρμακευτική αγωγή αποκλείστηκαν, ενώ επιλέχτηκαν σύλλογοι τένις, σύμφωνα με τις ανάγκες των μονάδων δειγματοληψίας, οι οποίες περιλάμβαναν μια συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα, υψηλού επιπέδου αθλητικής απόδοσης με έναν επαρκή αριθμό αθλητών, προκειμένου να ελεγχθεί η υπόθεση. Η αξιολόγηση της σύστασης του σώματος έγινε με μια διπλής ενέργειας απορροφησιομετρία ακτίνων Χ (GE-σεληνιακή ακτινοβολία Corporation, μοντέλο DPX MD plus, Madison, WI, USA). Ταξινομήθηκε το ποσοστό του σωματικού λίπους, υπολογίστηκε η μάζα του άπαχου σώματος σε αναλογία με το ύψος και αξιολογήθηκε η σεξουαλική ωρίμανση για την κατάταξη στην εφηβική ηλικία. Για τη συλλογή στοιχείων πρόσληψης τροφής χρησιμοποιήθηκε η προβλεπτική μέθοδος τεσσάρων μη συνεχόμενων ημερών με μια ημέρα να είναι ημέρα του σαββατοκύριακου. Στα ερωτηματολόγια που δόθηκαν στους αθλητές περιέχονταν οδηγίες για την καταγραφή όλων των διατροφικών πληροφοριών με όσο το δυνατόν περισσότερες λεπτομέρειες. Τα δεδομένα αναλύθηκαν, με τη χρήση του λογισμικού Virtual v.1.0 Nurti σε σύγκριση με τις παρούσες συστάσεις για εφήβους αθλητές ή διαιτητικές προσλήψεις αναφοράς. Ακόμα έγινε εκτίμηση της ενεργειακής δαπάνης καθημερινά, καθώς έγινε καταγραφή όλων των καθημερινών φυσικών δραστηριοτήτων για 15 λεπτά στο διάστημα τεσσάρων μη συνεχόμενων ημερών.
Από την ανάλυση των δεδομένων προκύπτει ότι ο δείκτης μάζας σώματος ήταν φυσιολογικός για το 89% των αθλητών και το ποσοστό λίπους ήταν εντός των συνιστώμενων ορίων για το 71% ανεξάρτητα από την ηλικιακή ομάδα. Παρατηρήθηκε ένα έλλειμμα θερμίδων μεγαλύτερο από 10% των ενεργειακών δαπανών στο 32% του δείγματος. Το 50% των αθλητών κατανάλωνε υδατάνθρακες, σύμφωνα με τις συνιστώμενες τιμές, ενώ η ενεργειακή πρόσληψη σε πρωτεΐνες και λιπίδια ήταν πάνω από τις συνιστώμενες τιμές. Η πρόσληψη σε ίνες, ασβέστιο, κάλιο, μαγνήσιο και φολικό οξύ ήταν κάτω από τη σύσταση κατά 98%, 80%, 100%, 100% και 98% στους παίκτες του τένις, αντίστοιχα.
Οι περισσότεροι έφηβοι τενίστες παρουσίασαν φυσιολογικό ΔΜΣ και το βέλτιστο ποσοστό λίπους και ήταν εντός του συνιστούμενου εύρους για τους νέους αθλητές. Ένα τέτοιο διατροφικό προφίλ είναι πλεονέκτημα για την απόδοση ενός παίκτη τένις, ωστόσο κάτι τέτοιο δεν είναι σαφές εάν οφείλεται σε φυσική επιλογή για το άθλημα ή είναι αποτέλεσμα της κατάρτισης. Μια ανεπαρκής πρόσληψη θερμίδων μπορεί να έχει αρνητική επίδραση στον άξονα υποθάλαμος-υπόφυση, όπως αποδεικνύεται σε νεαρούς αθλητές με περιορισμένη διατροφή. Ωστόσο δεν καθίσταται απολύτως σαφές εάν οι συναφείς ορμονικές αλλαγές μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τη γενετική δυναμική της ανάπτυξης.
Στην εν λόγω μελέτη παρατηρήθηκε ότι όσα αγόρια είχαν έλλειμμα θερμίδων ήταν λόγω της μειωμένης ενεργειακής πρόσληψης υδατανθράκων. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρχουν επαρκή αποθέματα ενέργειας διαθέσιμα για τις ορμονικές τροποποιήσεις που σηματοδοτούν την έναρξη της εφηβείας, σε συνάρτηση με τις επιπλέον ενεργειακές απαιτήσεις που προκύπτουν από την προπόνηση. Η σημασία των υδατανθράκων στον αθλητισμό αναγνωρίζεται ευρέως στην επιστημονική βιβλιογραφία και χαρακτηρίζεται ως η «κύρια καύσιμη ύλη» για το τένις. Βέβαια, η αναλογία υδατανθράκων στη δίαιτα εξαρτάται από παράγοντες, όπως η ηλικία, το περιβάλλον και η ένταση της προπόνησης. Η κατανάλωση των υδατανθράκων είναι απαραίτητη πριν και κατά τη διάρκεια της άσκησης, έτσι ώστε να διασφαλιστούν οι αποθήκες γλυκογόνου και να διατηρηθεί η συγκέντρωση σακχάρου στο αίμα, με στόχο τη βελτιστοποίηση της απόδοσης και την αναβολή της κούρασης και μετά την άσκηση ενώ ενδείκνυται για την εγγύηση της ενεργειακής αναπλήρωσης.
Και στις δύο ομάδες στην παρούσα μελέτη παρουσιάστηκαν υψηλές τιμές ενεργειακής πρόσληψης πρωτεϊνών. Η επαρκής ενεργειακή πρόσληψη πρωτεΐνης είναι απαραίτητη για τον αθλητισμό και την ανάπτυξη. Ωστόσο δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η αυξημένη ενεργειακή πρόσληψη πρωτεΐνης σε σχέση με τη συνολική ενεργειακή πρόσληψη είναι απαραίτητη.
Η ενεργειακή πρόσληψη λιπιδίων σε ποσοστό της συνολικής ενέργειας ήταν πάνω από τις συνιστώμενες τιμές. Υπάρχουν ενδείξεις ότι σε ενήλικες η δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά μπορεί να αυξήσει την ενδομυϊκή αποθήκη τριγλυκεριδίων, μια από τις πηγές ελεύθερων λιπαρών οξέων που θα χρησιμοποιηθούν ως «καύσιμη ύλη» από το μυ κατά τη διάρκεια της άσκησης. Βέβαια, η γνώση αυτή έως πρόσφατα δεν αποτέλεσε έναυσμα για νέες συστάσεις σχετικά με την πρόσληψη λίπους σε νεαρούς αθλητές. Η διατήρηση της πρόσληψης υπερβολικού λίπους μπορεί να είναι επιβλαβής για την υγεία μακροπρόθεσμα και η παροχή συμβουλών για τη διασφάλιση επαρκούς πρόσληψης είναι αναγκαία.
Για τους περισσότερους τενίστες στην παρούσα μελέτη, οι φυτικές ίνες, το ασβέστιο και το κάλιο ήταν κάτω από τις επαρκείς προσλήψεις. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι ο ρόλος ορισμένων μικροθρεπτικών συστατικών στον τομέα της παραγωγής ενέργειας, στη μείωση του οξειδωτικού στρες, στη διατήρηση της αιμοσφαιρίνης και της οστικής μάζας, και στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος είναι πολύ σημαντικός. Η βέλτιστη οστική μάζα κατά τη διάρκεια της εφηβείας είναι απαραίτητη για τη μείωση του κινδύνου ανάπτυξης οστεοπόρωσης σε μεγαλύτερη ηλικία. Η άσκηση είναι ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει την οστική μάζα και αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι οι τενίστες παρουσιάζουν υψηλή οστική πυκνότητα στο κυρίαρχο χέρι.
Το νάτριο είναι, επίσης, ένα σημαντικό μέταλλο για τους παίκτες του τένις και έχει συσχετιστεί με κράμπες μετά από πολλές ώρες προπόνησης. Στη μελέτη, όλοι οι αθλητές κατανάλωναν παραπάνω από τις συνιστώμενες τιμές χωρίς να εξετάζεται η προσθήκη αλατιού. Ωστόσο, οι υψηλές απώλειες ιδρώτα κατά τη διάρκεια της άσκησης που παρατηρούνται στους αθλητές τένις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εκτεταμένη απώλεια νατρίου και αυξημένο κίνδυνο για κράμπες και υπονατριαιμία.
Τέλος, οι προσλαμβανόμενες ποσότητες σε βιταμίνες C, E, B12 και Fe ήταν επαρκείς για τους περισσότερους παίκτες καθώς και οι ποσότητες σε B1, B2, νιασίνη και B6, με το μαγνήσιο να βρίσκεται χαμηλά σε πρόσληψη και στις δύο ομάδες.
Συμπερασματικά, οι πληροφορίες που παρουσιάζονται στη συγκεκριμένη μελέτη θα συμβάλουν στην καλύτερη κατανόηση των διατροφικών αναγκών και στην αποδοτικότερη διαιτητική πρόσληψη. Απ’ την άλλη, οι παρατηρούμενες διατροφικές ελλείψεις αντιπροσωπεύουν ένα πρόσθετο εμπόδιο για τους εφήβους που ασχολούνται με ανταγωνιστικά αθλήματα, όπως το τένις, ώστε να επιτευχθεί η βέλτιστη διατροφή που θα διατηρήσει την ανάπτυξη, την υγεία και την απόδοση.